Το εξερευνητικό έργο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και όσα δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει

Από τον Αριστοτέλη και τον Ευριπίδη στον Ηρόδοτο και τον Όμηρο – Το ανήσυχο ερευνητικό πνεύμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και οι αποστολές από τον αρχηγό του στόλου του Νέαρχο – Τα σχέδια που ο Μακεδόνας στρατηλάτης δεν πρόλαβε να υλοποιήσει

Ο Μέγας Αλέξανδρος είναι αναμφίβολα μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και ολόκληρης της ανθρωπότητας. Για τον μεγάλο Μακεδόνα στρατηλάτη έχουν γραφτεί χιλιάδες βιβλία, τα οποία εστιάζουν κυρίως στις πολεμικές ικανότητες και τις στρατιωτικές επιτυχίες του Αλέξανδρου. Υπάρχουν όμως και άλλες πτυχές της πολυσχιδούς προσωπικότητάς του δεν έχουν αναλυθεί αρκετά. Μία από αυτές, είναι το ανήσυχο ερευνητικό πνεύμα του, που είχε σαν αποτέλεσμα τη «σημαντική επέκταση των εμπειρικών γνώσεων στον τομέα της γεωγραφίας», όπως αναφέρει ο Στράβωνας.

Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα ορισμένοι στη χώρα μας παρουσιάζουν τον Αλέξανδρο σαν αιμοβόρο, σφαγέα κλπ. Εκείνο που αγνοούν είναι ότι αυτός υπέταξε ειρηνικά πολλές περιοχές και πως μέχρι σήμερα λατρεύεται σαν Θεός από λαούς περιοχών τις οποίες κατέκτησε.

Έλληνες επιστήμονες και συγγραφείς στην Αυλή των Μακεδόνων βασιλιάδων

Ο Αλέξανδρος προχώρησε στο παράτολμο εγχείρημά του, στο τέλος μιας ιστορικής περιόδου κατά την οποία στον ελλαδικό χώρο το πνεύμα άγγιζε την τελειότητα στους τομείς της φιλοσοφίας, της λογοτεχνίας και των εικαστικών τεχνών.

Όμως, η γεωγραφική θέση της Μακεδονίας, μακριά από τα μεγάλα πολιτιστικά κέντρα του νότου και πιο κοντά στον βαρβαρικό βορρά την εμπόδιζε να γίνει πλήρως αποδεκτή ως φορέας του κλασικού ελληνικού πολιτισμού. Χάρη στην πολιτική που εφάρμοσαν όμως οι ηγεμόνες της Μακεδονίας τον 5ο και τον 4ο π.Χ., σημειώθηκε σ’ αυτή τεράστια πρόοδος σε όλους τους τομείς, γεγονός που προκάλεσε μάλλον δυσαρέσκεια στους υπερεκλεπτυσμένους Έλληνες των νοτιότερων περιοχών. Οι Μακεδόνες βασιλιάδες από τον Αρχέλαο ως τον Φίλιππο Β’ έδωσαν μεγάλο βάρος στον εκσυγχρονισμό του κράτους τους, που ήταν γι’ αυτούς ταυτόσημος με τον εξελληνισμό. Έτσι, έπρεπε να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην ελληνική καταγωγή των μακεδονικών βασιλικών οίκων, έμφαση η οποία ήδη από τον 5ο π.Χ. αιώνα αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της εξωτερικής πολιτικής τους (Ηρόδοτος Ε 22.1-2, Η 137-1).

Έτσι, οι Μακεδόνες βασιλιάδες φιλοξένησαν στην Αυλή τους και έθεσαν υπό την προστασία τους σημαντικούς εκπροσώπους των τεχνών και των επιστημών: Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν: οι λυρικοί Ποιητές Πίνδαρος και Βακχυλίδης, ο «πατέρας» της ιατρικής Ιπποκράτης, ο λυρικός ποιητής και μουσικός Τιμόθεος, ο ζωγράφος Ζεύξης, ο επικός ποιητής Χοιρίλος, ο τραγικός ποιητής Αγάθωνας και, κορυφαίος όλων, ο Ευριπίδης, ο μεγάλος τραγικός ποιητής, ο οποίος εγκατέλειψε την Αθήνα και πέρασε την υπόλοιπη ζωή του στην Πέλλα, την πρωτεύουσα της Μακεδονίας. Πιθανότατα μάλιστα εκεί έγραψε τις «Βάκχες», μία από τις σημαντικότερες τραγωδίες του. Όταν αργότερα ο Φίλιππος κατέκτησε τα ορυχεία χρυσού στο Παγγαίο, που ανήκε ως τότε στους Θράκες, το δέλεαρ του πλούτου έφερε στη Μακεδονία εκατοντάδες Έλληνες καλλιτέχνες, λόγιους, γιατρούς, φιλοσόφους, μουσικούς και αρχιτέκτονες. Αναμενόμενο ήταν ο Φίλιππος να επιλέξει για δάσκαλο του γιου, τον μεγάλο φιλόσοφο Αριστοτέλη.

Ο σπουδαίος Σταγειρίτης φιλόσοφος με τη διδασκαλία του και τα πολλά κείμενα που του υποδείκνυε για μελέτη, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαπαιδαγώγηση του Αλέξανδρου, τον οποίο ο Πλούταρχος περιγράφει ως «λάτρη της λογοτεχνίας και μανιώδη αναγνώστη». Ο Αλέξανδρος είχε αφομοιώσει έργα μεγάλων ιστορικών, όπως του Ηρόδοτου, του Ξενοφώντα και του Φίλιστου -ιστορικού της Σικελίας που πέθανε το 356 π.Χ.- και είχε επίσης εντρυφήσει στην ανάγνωση των διθυράμβων του Τελέστη και του Φιλόξενου, καθώς και των τραγωδιών του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Μάλιστα ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Αλέξανδρος ζήτησε να του στείλουν έργα των τριών μεγάλων τραγικών ποιητών, ενώ βρισκόταν στα βάθη της Ασίας. Ο W.W. Tarn (“Alexander the Great”, Cambridge University Press, 1979), αμφισβητεί την επιρροή του Ηρόδοτου στον Αλέξανδρο, αλλά αποδέχεται την επιρροή του έργου του Ξενοφώντα. Την αγάπη του Αλέξανδρου για τη λογοτεχνία δείχνει και ένα περιστατικό που αφηγείται ο Αθήναιος. Πρόκειται για τη συμμετοχή του Μακεδόνα στρατηλάτη σε ένα διαγωνισμό απαγγελίας, όπου απήγγειλε από μνήμης, ένα ολόκληρο απόσπασμα από την «Ανδρομέδα» του Ευριπίδη. Από τους μεγάλους κλασικούς ποιητές της αρχαιότητας όμως, ο Όμηρος ήταν ο πλέον αγαπημένος του Αλέξανδρου. Η «Ιλιάδα» τον συνόδευε σε όλες τις μετακινήσεις του. Ακόμα και στο κρεβάτι του, κάτω από το προσκέφαλό του και μαζί με το σπαθί του υπήρχε πάντοτε η «Εν Νάρθηκι», δηλαδή η έκδοση της «Ιλιάδας» που είχε σχολιάσει ο Αριστοτέλης, τοποθετημένη σε μια περσική κοσμηματοθήκη.

Το ερευνητικό πνεύμα του Αλέξανδρου και η επέκταση των γεωγραφικών γνώσεων χάρη στις εξερευνήσεις που διέταξε

Μια πλευρά της πολυσχιδούς προσωπικότητας του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν το ανήσυχο και ερευνητικό πνεύμα του. Κάθε στιγμή ανέλυε και μελετούσε ενδελεχώς ό,τι έπεφτε στην αντίληψή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων αφιέρωνε χρόνο στην παρατήρηση, τη διερεύνηση και την ακατάπαυστη αξιολόγηση επιστημονικών ευρημάτων. Οι εκστρατείες του και οι ερευνητικές αποστολές που οργανώθηκαν στο πλαίσιο αυτών συνέβαλαν σημαντικά στην επέκταση των γεωγραφικών γνώσεων της αρχαιότητας. Από τα πανάρχαια χρόνια, το φαινόμενο του ποταμού Νείλου που κυλάει από τον νότο προς τον βορρά και πηγάζει από «μέρη που δεν είχε δει ποτέ κανείς αφού βρίσκονται πέρα από τη μεγάλη έρημο». Επίσης, «κοντά στο θερινό ηλιοστάσιο, όταν η στάθμη των ποταμών αρχίζει να χαμηλώνει εν όψει του θέρους, η στάθμη του Νείλου αρχίζει ν’ ανεβαίνει και, μέρα με τη μέρα, τα νερά του πληθαίνουν τόσο πολύ, ώστε, τελικά, να κατακλύζουν ολόκληρη σχεδόν την Αίγυπτο». Πολλοί αρχαίοι στοχαστές, ανάμεσά τους ο Θαλής, ο Ηρόδοτος και ο Αριστοτέλης, αλλά και εξέχοντα μέλη του αιγυπτιακού ιερατείου, προσπάθησαν να ερμηνεύσουν αυτό το παράδοξο φαινόμενο, αλλά το μυστήριο παρέμενε άλυτο. Ο Αλέξανδρος είχε την έντονη επιθυμία να ανακαλύψει τις πηγές του Νείλου. Αρχικά “νόμισε ότι τις βρήκε” στη Βόρεια Ινδία, όπως μας πληροφορεί ο Αρριανός. Εκεί, στη συμβολή του Ινδού με τον Υδάσπη, παρατήρησε υπερχείλιση των νερών των ποταμών. Ο Αλέξανδρος επισήμανε την αναλογία αυτής της υπερχείλισης με τις καλοκαιρινές πλημμύρες του Νείλου. Η χλωρίδα και η πανίδα του Ινδού ποταμού ήταν παρόμοιες με εκείνες του Νείλου.

Και στους δύο ζούσαν κροκόδειλοι, ενώ στις όχθες ενός παραπόταμου του Ινδού φύτρωνε ένα είδος φασολιάς που, όπως παρατήρησε ο Αλέξανδρος, ήταν ίδια με την αιγυπτιακή.

Προς στιγμή πίστεψε ότι έλυσε το μυστήριο του Νείλου.

Θεωρούσε ότι ο Νείλος (ή Ινδός) ήταν ένας ποταμός που οι πηγές του βρίσκονταν στη Βόρεια Ινδία, όπου ονομαζόταν Ινδός, διέσχιζε μια αχανή έρημο όπου οι Αιθίοπες και οι Αιγύπτιοι τον ονόμαζαν Νείλο και στη συνέχεια, αφού διέρρεε πάλι κατοικημένες περιοχές εξέβαλλε στη Μεσόγειο θάλασσα. Όμως όταν ενημερώθηκε ότι ο Ινδός εκβάλλει στον Ινδικό Ωκεανό και δεν έχει καμία σχέση με την Αίγυπτο, κατάλαβε ότι η φιλόδοξη θεωρία του δεν ίσχυε.

Ο Αλέξανδρος ήταν ιδιαίτερα προνοητικός. Μελετούσε προσεκτικά το έδαφος πριν δώσει εντολή στα στρατεύματά του να προχωρήσουν. Ο Αρριανός παρουσιάζει μία λεπτομερή περιγραφή της παράτολμης διάβασης των αφρισμένων νερών του ποταμού της Ινδίας Ακεσίνη (σήμερα Chenab, σε Ινδία και Πακιστάν). Μάρτυρας του περιστατικού ήταν ο στενός συνεργάτης του Αλέξανδρου Πτολεμαίος Α’ ο Λάγου. Ο στρατηλάτης επέλεξε σκόπιμα να διασχίσει τον ποταμό στο πλατύτερο σημείο του, επειδή είχε υπολογίσει ότι η ορμητικότητα των νερών του ποταμού, θα ήταν μικρότερη από κάθε άλλο μέρος του. Ο Πτολεμαίος ο Λάγου μας πληροφορεί επίσης ότι ύστερα από κάθε νίκη ο Αλέξανδρος επιθεωρούσε ο ίδιος τα κοπάδια ζώων που είχε κυριεύσει ως λάφυρα, για να διαλέξει τα καλύτερα βοοειδή και να τα στείλει στη Μακεδονία ως υποζύγια.

Σημαντικότερο όλων όμως, ήταν το έργο του Νέαρχου, ο οποίος ήταν ο Ναύαρχος του στόλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κατά την εκστρατεία του στην Ασία. Καταγόταν από την Κρήτη (πιθανότατα την πόλη Λατώ) και ο πατέρας του ονομαζόταν Ανδρότιμος. Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αμφίπολη της Μακεδονίας και σύντομα μπήκε στη μακεδονική Αυλή. Ο Νέαρχος έπεσε σε δυσμένεια και ο Φίλιππος τον απομάκρυνε, όταν όμως ανέβηκε στον θρόνο ο Αλέξανδρος τον επανάφερε. Αρχικά τον διόρισε διοικητή της Λυκίας στη Μικρά Ασία.

Μεγαλύτερο κατόρθωμα του Νέαρχου όμως, ήταν ότι ως Ναύαρχος ηγήθηκε του μακεδονικού στόλου σε πρωτόγνωρες αποστολές σε άγνωστη μέρη. Με εντολή του Αλέξανδρου, ο στόλος υπό τον Νέαρχο ξεκίνησε από τον ποταμό Υδάσπη, έπλευσε στις ακτές του Περσικού Κόλπου και έφτασε στις εκβολές του Ευφράτη, χωρίς τρόφιμα (τα πληρώματα έτρωγαν για μέρες καρπούς από άγριους φοίνικες), χωρίς την υποστήριξη του στρατού και παρά τις δεισιδαιμονίες των ναυτών. Ενδεικτικά, στο νησί Νόσαλα το οποίο εθεωρείτο νησί του Ήλιου και λεγόταν πως όποιος το πλησίαζε γινόταν άφαντος, ο Νέαρχος ανέβηκε πρώτος, για να δείξει ότι δεν πρέπει να πιστεύουν τέτοιες δοξασίες. Η πραότητα, η αποφασιστικότητα και οι ικανότητες του Νέαρχου ήταν καθοριστικής σημασίας για την επιτυχία του εγχειρήματος. Σκοπός του ταξιδιού ήταν να βρεθεί θαλάσσια δίοδος από το Δέλτα του Ινδού μέχρι τον Περσικό Κόλπο και τις εκβολές των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη. Στο ταξίδι αυτό ο Νέαρχος είχε στη διάθεσή του 100-150 πλοία με 3.000-5.000 άνδρες, κυρίως από τα νησιά του Αιγαίου, Έλληνες από τον Ελλήσποντο, την Ιωνία και την Κύπρο, Φοίνικες και Αιγύπτιους και διήνυσε 400 ναυτικά μίλια σε 130 ημέρες. Ο στόλος του Νέαρχου αγκυροβόλησε στην Αρμόζεια (σήμερα Ορμούζ). Λίγο αργότερα συναντήθηκε με τον φίλο του Αλέξανδρο, ο οποίος χάρηκε αφάνταστα γιατί πίστευε ότι ο Νέαρχος είχε χαθεί. Είναι ενδεικτικό, ότι τόσο ο Νέαρχος, όσο και ο υπαρχηγός του Αρχίας, όταν συναντήθηκαν με απεσταλμένους του Αλέξανδρου, ήταν αδύνατο να αναγνωριστούν, καθώς είχαν μακριά μαλλιά, γένια και ήταν πολύ αδυνατισμένοι. Η αίσια έκβαση της τολμηρής αποστολής του Νέαρχου γιορτάστηκε με συμπόσια και αγώνες.

Από την Αρμόζεια ο Νέαρχος κατευθύνθηκε στο νησί Οάρακτα, όπου με νέο πλοηγό, τον ύπαρχο του νησιού Μαζήνη, που ανέλαβε να τους οδηγήσει ως τα Σούσα, έφτασε ύστερα από νέες περιπέτειες στον μυχό του Περσικού Κόλπου κοντά στην πόλη Διρίδωτη. Εκεί πληροφορήθηκε ότι ο Αλέξανδρος πλησίαζε στα Σούσα. Ανέπλευσε τότε τον ποταμό Πασίτιγρη και συναντήθηκε με τη στρατιά του Μακεδόνα στρατηλάτη. Ο Νέαρχος δεν έμεινε μόνο στο στρατιωτικό σκέλος της ναυτικής του επιχείρησης, αλλά κατέγραφε τους λαούς που συναντούσε στο ταξίδι του, όπως τους άγριους Ιχθυοφάγους, τη χλωρίδα και την πανίδα των περιοχών που έφτανε (όπως τις φάλαινες που συνάντησαν στην ακτή των Κυΐζων και τις αντιμετώπισε με τα πλοία του να κινούνται εναντίον τους κ.ά.)

Δυστυχώς, για τον σπουδαίο αυτό ναύαρχο, τον Νέαρχο, στο διαδίκτυο υπάρχουν περιορισμένες αναφορές και τα γνωστά copy paste… Πόσο σημαντική ήταν η επιτυχία του φαίνεται από το γεγονός ότι τόσο ο Νεάρχος, όσο και ο Ονησίκριτος τιμήθηκαν με την ανώτατη διάκριση (χρυσό στεφάνι) από τον Μέγα Αλέξανδρο. Αντίθετα, στη Wikipedia, υπάρχει εξαιρετικό, εκτενές άρθρο. Τα στοιχεία που παραθέσαμε προέρχονται από τις πηγές που αναφέρουμε στο τέλος του άρθρου. Όταν μόνοι μας απαξιώνουμε την ιστορία μας, ας μην ζητάμε από τους ξένους να την γνωρίζουν…

Τα σχέδια του Αλέξανδρου που δεν πρόλαβε να υλοποιήσει

Σύμφωνα με τον Διόδωρο μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου βρέθηκαν ορισμένες σημειώσεις του, τα «Υπομνήματα», όπου φαίνονταν καθαρά τα σχέδια που είχε για το μέλλον.

Σκόπευε να κατασκευάσει στόλο από 1.000 πολεμικά πλοία στη Φοινίκη, τη Συρία, την Κιλικία και την Κύπρο.

Με αυτά, αφού πραγματοποιούσε την αραβική εκστρατεία θα προχωρούσε στη βόρεια ακτή της Αφρικής, την Καρχηδόνα και τις Ηράκλειες Στήλες (το σημερινό Γιβραλτάρ). Σκόπευε επίσης να ανοίξει ένα μεγάλο δρόμο κατά μήκος των ακτών της Αφρικής, ενώ στα παράλια θα εγκαθιστούσε ναυστάθμους και εμπορεία. Δεν τον άφηνε ασυγκίνητο όμως η τύχη των Ελλήνων της Μεγάλης Ελλάδας και της Σικελίας.

Φαίνεται ότι μετά την Ανατολή, ήθελε να κυριαρχήσει και στη Δύση. Στην κυρίως Ελλάδα σκόπευε να ιδρύσει έξι πολυτελείς και μεγαλοπρεπείς ναούς στη Δήλο, στους Δελφούς, στη Δωδώνη, στο Δίο (της Πιερίας), στην Αμφίπολη και στην Κύρνο (πόλη της Μακεδονίας;). Δυστυχώς δεν βρήκαμε σε καμία πηγή περισσότερα στοιχεία για την Κύρνο. Έτσι ονομαζόταν στην αρχαιότητα η Κορσική, ενώ σήμερα Κύρνος ονομάζεται ένας οικισμός του νομού Ξάνθης.

Πριν πεθάνει ο Αλέξανδρος έδωσε εντολή για αναγνώριση του εδάφους στις ακτές του Περσικού Κόλπου. Έτσι οργάνωσε τρεις αποστολές, ανεξάρτητες μεταξύ τους. Η πρώτη, υπό τις διαταγές του Αρχία, υπαρχηγού του Νέαρχου, ανέφερε την ύπαρξη δύο νησιών στις εκβολές του Ευφράτη. Το μικρότερο και πλησιέστερο προς την ακτή «καλυπτόταν από πυκνή βλάστηση και υπήρχε πάνω του ένας ναός αφιερωμένος στην Αρτέμιδα». Αυτό το νησί που σήμερα λέγεται Φαίλακα και ανήκει στο Κουβέιτ, ονομάστηκε από τον Αλέξανδρο Ίκαρος. Το πιο απομακρυσμένο και μεγαλύτερο από τα δύο νησιά ονομάστηκε Τύλος. Ήταν «αρκετά μεγάλο και το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειάς του δεν καλυπτόταν από ζούγκλα ή πυκνά δάση, αντίθετα προσφερόταν για ποικίλες καλλιέργειες». Πρόκειται για το σημερινό Μπαχρέιν.

Η δεύτερη αποστολή, ηγέτης της οποίας ήταν ο Ανδροσθένης προχώρησε προς τα νότια περιπλέκοντας ένα τμήμα της αραβικής χερσονήσου, ενώ η τρίτη, υπό τις διαταγές του Ιέρωνα «κατόρθωσε να διανύσει τη μεγαλύτερη απόσταση απ’ όλες (τις άλλες)».

Δυστυχώς ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε ξαφνικά το 323 π.Χ. πριν υλοποιήσει τα επόμενα σχέδιά του. Είναι βέβαιο πως αν δεν έφευγε από τη ζωή τόσο νέος, τόσο η ιστορία της Ελλάδας όσο και η παγκόσμια ιστορία θα ήταν τελείως διαφορετικές…

Πηγές: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΤΟΜΟΣ Δ’ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
“ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ”, τόμος 7, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ.
ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΕΛ. ΑΜΑΝΤΙ, «Η Αρχαία Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας» Εκδόσεις ΣΜΙΛΗ, 1998.

protothema.gr

Νέο τραγούδι από το συγκρότημα CAMERES

Δημοσιεύτηκε

σε

από