Το ελληνικό καλοκαίρι μπήκε για τα καλά και όλοι προετοιμάζονται για διακοπές, χορούς και πανηγύρια. Αλλωστε, Ελλάδα χωρίς πανηγύρια, χορούς, παραδοσιακά τραγούδια και νησιώτικο γλέντι δεν γίνεται.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Οπως έλεγε και η αείμνηστη Ειρήνη Κονιτοπούλου: «Ολα αυτά θα χαθούν μόνο αν φύγει από τη ζωή και ο τελευταίος Ελληνας. Εχουν τόσο βαθιές ρίζες, που δεν τα αποκόβεις από την καρδιά κανενός Ελληνα». Η παλιά γενιά του παραδοσιακού και νησιώτικου τραγουδιού έχει δώσει σιγά σιγά τη σκυτάλη στη νέα γενιά. Στη νέα γενιά ανήκουν η Σοφία και η Μαίρη Κιοσκέρογλου με καταγωγή από τη Νάξο και τη Μικρά Ασία.
Τα τραγούδια τους εδώ και χρόνια παίζουν ως προπομπός πρωινών εκπομπών στα τηλεοπτικά κανάλια, δίνοντας μια ξεχωριστή νότα αισιοδοξίας. Οι σπουδές των δύο κοριτσιών είναι αξιέπαινες και δεν έμειναν μόνο στον αυτοδίδακτο χαρακτήρα τους, αλλά συνέχισαν και στο πανεπιστήμιο, καθώς η μία είναι πτυχιούχος Μουσικολογίας από το ΕΚΠΑ, αλλά και με δεύτερο πτυχίο Μουσικολογίας από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ενώ η άλλη είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος της Εθνομουσικολογίας, με ειδίκευση το σάζι, από το ΕΚΠΑ.
Οι δύο αδελφές δεν αποχωρίστηκαν λεπτό τη μουσική και έτσι πριν από χρόνια ίδρυσαν τη δική τους μουσική σχολή, η οποίο και εδρεύει στη Νέα Πέραμο Αττικής και φέρει το όνομα «Ωδή στη χαρά».
Πότε ξεκινήσατε να τραγουδάτε;
Σόφη: Ξεκινήσαμε να τραγουδάμε σε ηλικία 10-12 ετών, ακόμα ως μαθήτριες, και επαγγελματικά η πρώτη μας φορά ήταν στα 17 εγώ και στα 19 η Μαίρη.
Ποια ήταν τα πρώτα σας ακούσματα;
Μαίρη: Τα πρώτα μας ακούσματα ήταν κυρίως νησιώτικα, λαϊκά, ρεμπέτικα και τουρκικά τραγούδια. Στη συνέχεια, καθώς αρχίσαμε τις σπουδές μας, οι μουσικοί μας ορίζοντες άνοιξαν κι έτσι μέσα στα προηγούμενα ακούσματα προσθέσαμε και τα κλασικά της ευρωπαϊκής μουσικής.
Σόφη: Θυμάμαι χαρακτηριστικά όταν σε ηλικία 10 ετών έβαλα στην οικογένειά μου να ακούσει κλασική μουσική. Οι εντυπώσεις ήταν τόσο ενθαρρυντικές, που ειλικρινά θεωρώ ότι και όλη η διαδρομή που έχουμε κάνει μέχρι τώρα οφείλεται και στην υποστήριξη των γονιών μας. Ηταν πάντα ενθαρρυντικοί και αγωνίζονταν και εκείνοι από το δικό τους μετερίζι για τις σπουδές μας στη μουσική.
Ποια ήταν η πρώτη σας σημαντική συνεργασία που σας στιγμάτισε και σας οδήγησε στον δρόμο του παραδοσιακού τραγουδιού;
Σόφη: Η συνάντησή μας με τη Δόμνα Σαμίου. Μάλιστα, φυλάω ακόμα σαν φυλαχτό, το οποίο έχω και κολλημένο μόνιμα στο πιάνο της δικής μας πλέον μουσικής σχολής «Ωδή στη χαρά», το σημείωμα που μας είχε γράψει σε ένα απλό χαρτί σημειώσεων. Εχει αντίστοιχα ίδιο και η Μαίρη. Η ιστορία της αφιέρωσης έχει ως εξής: Είχαμε βγει να πούμε τα κάλαντα και τη συναντήσαμε τυχαία. Μας σταμάτησε από μόνη της, γιατί, όπως μας υπογράμμισε η ίδια, της κάναμε εντύπωση διότι, αντί να τραγουδάμε τα πανελλαδικά κάλαντα, εμείς τραγουδούσαμε τα παραδοσιακά κάλαντα της Νάξου και σε εκείνη είχαμε τραγουδήσει του Πόντου και της Θράκης. Δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ αυτή τη συνάντηση. Με είχε σημαδέψει και με είχε κάνει να νιώσω τόσο μοναδικά, καθώς ένιωσα ότι μας ξεχώρισε στα μάτια της, εμένα και την αδελφή μου, η Δόμνα Σαμίου. Μια κυρία που είχε παραδώσει το τεράστιο έργο της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.
Νιώθετε δικαιωμένες από τις επιλογές σας στο παραδοσιακό τραγούδι;
Μαίρη: Είναι ευλογία να ασχολείσαι με τη μουσική και πόσο μάλλον όταν την έχεις σπουδάσει. Το τονίζω αυτό, καθώς το να σπουδάσεις μια τέχνη σου δίνεται η ευκαιρία να τη γνωρίσεις κιόλας.
Σόφη: Είναι τεράστια κουβέντα η συγκεκριμένη που ανέφερε η Μαίρη, καθώς, όταν σπουδάσεις τη μουσική, δεν την αντιμετωπίζεις απλά ως εμπόριο ή επιδερμικά. Αρα εκείνο που κερδίζεις πρώτα από όλα είναι η ηθική ικανοποίηση και ύστερα οτιδήποτε άλλο.
Μαίρη: Αρα νομίζω ότι σου απαντήσαμε και οι δύο, η καθεμία με το δικό της τρόπο, ότι νιώθουμε όχι απλά δικαιωμένες αλλά και ευλογημένες.
Διαβάστε την συνέχεια στην espressonews.gr