Σαν σήμερα ο μεγάλος, ο τεράστιος Στάθης Ψάλτης γεννήθηκε και άφησε μια σπάνια κληρονομιά!
Ο Στάθης Ψάλτης δεν κατάφερε να κρατήσει τον λόγο του. Είχε ορκιστεί στην κόρη του ότι δεν θα πεθάνει, αλλά αυτός πέθανε… δύο φορές! Κυριολεκτικά. Την πρώτη «έφυγε» και επανήλθε. Την δεύτερη δεν τα κατάφερε ξανά, αλλά έμεινε για πάντα αθάνατος.
Γιατί είναι από τους «τυχερούς». Τους ταλαντούχους. Αν και δεν του άρεσε αυτό με το «ταλέντο» να του το χτυπάς. Σε τελική, τι πάει να πει ταλέντο; Άφησε κληρονομιά και γέλιο, γιατί ακόμη και τώρα βλέπουμε τον «Τζέντλεμαν και το κλεφτρόνι», τον «καμικάζι» και τον αθυρόστομο που κυνηγάει ο Κυριάκος για χάρη της Κούλας (σ.σ. Καίτης Φίνου). Σαν σήμερα λοιπόν γεννήθηκε ο μεγάλος Στάθης Ψάλτης το 1951.
Η υπόσχεση στη βασίλισσά του
«Όταν η κόρη μου ήταν 2 χρονών μωρό περνούσα μια πολύ δύσκολη περίοδο. Την τάιζα νερό και ζάχαρη αντί για γάλα. Της είχα υποσχεθεί όμως ότι μια μέρα θα την κάνω βασίλισσα. Στα 6 της λοιπόν, 4 χρόνια μετά, όταν της είπα ότι πρέπει να ξέρει τι είναι σωστό γιατί εγώ θα πεθάνω μια μέρα και θα είναι μόνη της, έβαλε τα κλάματα και μου είπε ότι δεν γίνεται να πεθάνω γιατί της είχα υποσχεθεί ότι θα την κάνω βασίλισσα. Ήταν συγκλονιστικό. Της είπα «αγάπη μου έχεις δίκιο, δεν γίνεται να πεθάνω». Αυτή ήταν η υπόσχεση που αθέτησε, όπως την είχε καταθέσει στη Lifo και τον Ευθύμη Φιλίππου.
Όταν «πέθανε» την πρώτη φορά
Ήταν η δεύτερη φορά… «Ο Στάθης ήταν 2 χρόνων και εγώ 8 όταν στον Πύργο της Ηλείας, όπου ζούσαμε με τους γονείς μας, εκείνος ξαφνικά “πέθανε”… Ή, τουλάχιστον, τον νομίσαμε πεθαμένο. Γρήγορα τον βάφτισαν στο σπίτι κάποιοι συγγενείς μας και αμέσως μετά… ξαναγύρισε στη ζωή! Ήταν σαν θαύμα! Όλα ξαφνικά τα έκανε ο Στάθης, όπως και τώρα» είχε πει ο αδερφός του.
«Στη ζωή υπάρχουν πολλοί θάνατοι. Μικροί. Κι όταν είσαι νέος ένας μικρός θάνατος δεν είναι τίποτα, γιατί κοιτάζεις πολύ μακριά και ξεχνιέσαι. Όταν όμως μεγαλώνεις, και το πιο μακρινό σημείο που μπορείς να διακρίνεις είναι η μύτη σου, τότε ένας μικρός θάνατος μπορεί να σε τσακίσει« είχε πει ο ίδιος στη Lifo.
Ο Στάθης (μας) ήταν «ένα παιδί που ήθελα να πάρει ένα μηχανάκι στο «Καμικάζι αγάπη μου». Πάντα θα υπάρχουν παιδιά που θα θέλουν να πάρουν ένα μηχανάκι. Και με τους ηθοποιούς που συμμετείχαν είμαστε σήμερα σαν αδέρφια. Το χαιρόμασταν όλο αυτό. Εκτός από μια σκηνή στο «Καμικάζι Αγάπη Μου», που κατά λάθος έπεσε πάνω μου μια χοντρή και λιποθύμησα. Έχασα τις αισθήσεις μου, μου κόπηκε η αναπνοή. Μη γελάς, ήταν τραγικό.
Με την τηλεόραση συνήθως δεν έχω καμία σχέση, κι αυτή δεν έχει καμία σχέση μαζί μου. Χωρίς να σημαίνει ότι είμαι απ’ αυτούς που θα πούνε ότι είναι χάλια. Ακούω μουσική, αλλά δεν τραγουδάω. Μ’ αρέσουν τα λαϊκά. Σιχαίνομαι τα ψευτοκουλτουριάρικα και τα ντάπα ντούπα. Όταν ήμουν νέος έπινα καναδυό ουίσκια και δεν με ενοχλούσαν. Τώρα δεν τα αντέχω. Στο σπίτι αφήνω το ράδιο να επιλέγει τι θα ακούσω.
«Όταν έφυγα στα καράβια»
Το τραγούδι που με έχει σημαδέψει είναι το Φεύγω με πίκρα στα ξένα: Μην κλάψεις μανούλα / που φεύγω στα ξένα. Του Καζαντζίδη, ξέρεις. Στα 13 έφυγα στα καράβια. Για δυο χρόνια. Γι’ αυτό με συγκινεί μάλλον. Κι αυτός είναι ένας στόχος στην καρδιά μου που μπορείς να με σημαδέψεις αν θες. Δεν θα πονέσω. Ήταν μια εμπειρία όμορφη, πάρα πολύ όμορφη, που έγινε για έναν άσχημο, πολύ άσχημο λόγο. Κι αυτός ο λόγος είναι μυστικό δικό μου. Δεν θα το πω ποτέ σε κανέναν. Θα το πάρω μαζί μου». Και το πήρε…
Το πάθος με τον τζόγο και η… ασφάλεια!
Ο Στάθης είχε πάθη. Το καζίνο. Συνάδελφός του είχε πει, πως «είχε απαιτήσει στο θέατρο να πληρώνεται πρώτος, είχε θέμα με τον τζόγο», ενώ ο φίλος του Βασίλης Καμίτσης είχε αναφέρει μια ιστορία ανέκδοτη, μπλεγμένη με την ασφάλεια.
«Μάθαινα από τον κόσμο ότι ο Στάθης έπαιζε στο καζίνο κι έχανε λεφτά, αλλά δεν το πίστευα. Ο Στάθης το αρνιόταν. Κάποια στιγμή με ρώτησε αν έχω δάνειο για το σπίτι, και του είπα ότι σίγα – σίγα το ξεχρεώνω. Τότε εκείνος μου είπε: «Έχω ένα φίλο που μπορεί να σου λύσει το δάνειο». Του είπα ότι δεν θέλω και ότι μπορώ να το αποπληρώνω, χρωστάω γύρω στα 11.000 ευρώ. Εκείνος μου είπε ότι με 2.000 – 3.000 ευρώ θα το λύσουμε.
Μετά από 2 μέρες βρεθήκαμε στο «Σπίτι του Ηθοποιού» με έναν τύπο που μετά από λίγες ημέρες πέρασε από το σπίτι να πάμε στην τράπεζα να του δώσουμε τα λεφτά. Το ίδιο έκανε και στην αδερφή μου, πήρε και από εκείνη λεφτά. Ήταν φίλος του Στάθη με τον οποίο είχε συνεννοηθεί για να πάρουν λεφτά από εμένα και την αδερφή μου. Μόλις πήρε τα χρήματα και δεν έγινε τίποτα, είπα στον Στάθη ότι θα πάω στην Ασφάλεια. Στην Ασφάλεια τον ήξεραν. Ο άνθρωπος αυτός μας πήρε, εμένα και της αδερφής μου, γύρω στα 20.000 ευρώ.
Μου είχε πει, μόλις του δώσω τα χρήματα, να του τηλεφωνήσω αμέσως για να του πω ακριβώς πόσα του έδωσα. Την πρώτη φορά του έδωσα 2.000 ευρώ, την επόμενη μέρα του έδωσα 3.000 ευρώ. Πήγα στην Ασφάλεια και κατήγγειλα τον Στάθη. Τον καλέσανε στην Ασφάλεια αρκετές φορές, αλλά δεν πήγε. Μου είπαν να του το πω ότι δεν πάει, θα στείλουν περιπολικό να του φορέσουν χειροπέδες και θα όταν πάνε εκεί. Με χίλια ζόρια, φοβήθηκε τις χειροπέδες και πήγε, όπου τα… γύριζε.
Μου έλεγε τότε ο Στάθης τι είχε με την υγεία του: «Θα πεθάνω και φυλακή δεν μπορούν να με βάλουν» – ήταν και η κόρη μου πίσω στο αμάξι. Ο Στάθης ήξερε ότι θα πεθάνει, μου το έλεγε κάθε μέρα. Φοβόταν όμως ότι θα έμπαινε στη φυλακή, γιατί πρέπει να είχε «δαγκώσει» κι άλλους. Περνώντας από Κόρινθο, μου είπε ένας φίλος ότι κάθε βράδυ ήταν στο «ναό», εννοώντας το καζίνο. Μάλιστα, μου είπαν ότι ένα βράδυ έχασε 50.000 ευρώ, στην Ασφάλεια βρήκαν ότι τον είχαν διώξει σχεδόν από όλα τα καζίνο, και από το Λουτράκι τον έβγαλαν σηκωτό».