Για το ενδεχόμενο μιας νέας, πιο θανατηφόρας απ’ αυτή του κορωνοϊού, πανδημίας μίλησε ο Γκίκας Μαγιορκίνης.
«Δεν ξέρουμε πόσο κοντινό είναι το σενάριο αυτό αλλά είναι πιθανό, σαν να περιμένουμε έναν μεγάλο σεισμό», τόνισε χαρακτηριστικά ο καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, μιλώντας στην ΕΡΤ για τη «Νόσο Χ».
Συγκεκριμένα, είπε «δεν υπάρχει ούτε ιός, ούτε βακτήριο και η ‘Νόσος Χ’ είναι ένα θεωρητικό σενάριο που ξεκίνησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας να συζητάει από το 2018 με στόχο την προετοιμασία για την απειλή πανδημίας με χαρακτηριστικά κατά 70% πιο θανατηφόρα από αυτή του Covid-19» και εξήγησε: «Ξέρουμε ότι κάποια στιγμή θα συμβεί.
Δεν ξέρουμε πότε. Οι πανδημίες συμβαίνουν ξανά και ξανά και πρέπει να είμαστε έτοιμοι. Πρέπει να σχεδιάζουμε το σύστημα υγείας και τις ανάγκες που υπάρχουν. Το υγειονομικό προσωπικό θέλει πάνω από δέκα χρόνια για να εκπαιδευτεί».
Ο ίδιος τόνισε ότι δεν έχουμε μοντέλα που να προβλέπουν με ακρίβεια την επόμενη πανδημία. «Η πανδημία του κορονοϊού έδωσε εμπειρία, εκπαίδευση και υγειονομική παιδεία. Ωστόσο, επειδή πλανήτης έχει περάσει πανδημίες, πολλές φορές τείνει να απωθείται το γεγονός και να δημιουργείται έτσι μία ψευδής αίσθηση αυτοπεποίθηση ότι δεν θα ξανασυμβεί αυτό», είπε ο κ. Μαγιορκίνης.
«200 νεκροί είναι μεγάλο νούμερο»
Ο Γκίκας Μαγιορκίνης μίλησε και για τον κορονοϊό στην Ελλάδα. Επανέλαβε ότι οι 200 νεκροί σε έναν μήνα είναι «μεγάλο νούμερο, το οποίο δείχνει ότι ο ιός έχει σημαντική διασπορά». Όπως πρόσθεσε: «Αυτή τη στιγμή έχουμε γύρω στα 500 άτομα με και όχι εξαιτίας της Covid στα νοσοκομεία και υπάρχουν 50 διασωληνωμένοι. Ο ιός δεν θα φύγει ποτέ, θα είναι συνέχεια ανάμεσά μας και θα δημιουργεί πίεση στο σύστημα υγείας, η οποία είναι ναι μεν διαχειρίσιμη αλλά όχι αμελητέα», είπε.
Ο ιός αφορά σύμφωνα με τον κ. Μαγιορκίνη αφορά κυρίως στους ευάλωτους, σε ηλικία άνω των 65 και ανθρώπους οι οποίοι υποβάλλονται σε βαριές θεραπείες. «Αυτοί οι άνθρωποι θα κάνουν και επαναληπτικούς εμβολιασμούς και σίγουρα θα πρέπει με την εμφάνιση συμπτωμάτων να κάνουνε τεστ και να αναζητούν την κατάλληλη θεραπεία γιατί υπάρχει θεραπεία αυτή τη στιγμή».