«Τα διπλανά κτίρια από το ξενοδοχείο στο οποίο βρισκόμουν κατέρρευσαν σαν τραπουλόχαρτα» περιγράφει ο Αλέξης Παπαδάτος
«Έχω βρει καταφύγιο σε κάποια αλάνα, είμαι μέσα στο αυτοκίνητο – όπως ο περισσότερος κόσμος είναι μέσα στα αυτοκίνητά του – κι έχουμε εφοδιαστεί με τρόφιμα. Κανένας δεν πηγαίνει σπίτι του, οι δρόμοι είναι κλειστοί και το αεροδρόμιο δεν λειτουργεί ώστε να μπορέσουμε να φύγουμε» λέει στο protothema.gr ο Νίκος Καρύδας από το Γκαζιαντέπ της Τουρκίας και προσθέτει: «Ο δεύτερος σεισμός ήταν για μένα πιο τρομακτικός γιατί οδηγούσα κι ένιωθα ότι ήμουν πάνω στα κύματα της θάλασσας από την ταλάντωση που είχε το οδόστρωμα και τρόμαξα. Στον πρώτο σεισμό που έγινε στις 4.15 το πρωί, ένιωθα ότι θα καταρρεύσει το κτίριο. Κουνούσε τόσο πολύ που δεν μπορούσα να κρατήσω την ισορροπία μου. Είδα κτίρια που έχουν καταρρεύσει σε ακτίνα 10 χλμ από την περιοχή που ζω και κόσμο να προσπαθεί να σωθεί. Οι συνεχείς μετασεισμοί είναι τόσο έντονοι που προκαλούν πανικό πανικό στον κόσμο. Η κατάσταση είναι αρκετά δύσκολη, τα καταστήματα και οι εκκλησίες έχουν καταστραφεί στην Αντιόχεια, υπάρχουν ακόμα άτομα κάτω από τα συντρίμμια που προσπαθούν οι διασώστες να τους βγάλουν αλλά ο καιρός δεν είναι καλός και δυσκολεύει την κατάσταση».
«Από θαύμα ζω…»
Ο Αλέξης Παπαδάτος, ο οποίος βρισκόταν στην πόλη Ισκεντερούν, κοντά στο επίκεντρο του σεισμού, περιγράφει πως κατάφερε να σωθεί από τον πρώτο φονικό σεισμό, την ώρα που βρισκόταν σε ένα πολυόροφο ξενοδοχείο της πόλης.
«Βρισκόμουν στον 6ο όροφο του ξενοδοχείου και ξύπνησα από το ταρακούνημα. Από θαύμα ζήσαμε. Τα διπλανά κτίρια από το ξενοδοχείο στο οποίο βρισκόμουν κατέρρευσαν σαν τραπουλόχαρτα. Πραγματικά, ήταν σοκαριστικό. Ο σεισμός κράτησε περίπου ενάμισι λεπτό και έβλεπα τηλεοράσεις και σοβάδες να πέφτουν, το ρεύμα να κόβεται κι ο κόσμος να τρέχει πανικόβλητος στις σκάλες για να βγει έξω από το ξενοδοχείο και να σωθεί. Νομίζαμε ότι θα έπεφτε το κτίριο και θα μας πλάκωνε. Κατάφερα να κατέβω από τις σκάλες ενώ επικρατούσε ένα χάος. Οικογένειες έψαχναν τους ανθρώπους τους μέσα στα χαλάσματα κι έκλαιγαν. Μετά έφτασαν δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας κι άρχισαν να βγάζουν νεκρούς από τα συντρίμμια» λέει ο Αλέξης Παπαδάτος.