ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ: – Γέροντα, όταν με αδικούν, η καρδιά μου σκληραίνει.
– Για να μη σκληραίνει, ποτέ να μη σκέφτεσαι ότι φταίει ή πόσο φταίει ο άλλος που σε αδικεί, αλλά πόσο φταις εσύ. Βλέπεις, όταν οι άνθρωποι μαλώνουν μεταξύ τους, όλοι τους λένε ότι έχουν δίκαιο, μόνον που παίρνουν περισσότερο δίκαιο απ’ όσο δικαιούνται, γι’ αυτό και διαφωνούν συνέχεια. Πηγαίνουν στην αστυνομία π.χ., και ο καθένας λέει: «με έδειρε ο τάδε» – δεν λέει πόσο τον έδειρε αυτός! – και του κάνει μήνυση.
Αν σκεφτόμασταν ότι ο πιο αδικημένος είναι ο Χριστός, θα δεχόμασταν με χαρά την αδικία. Ενώ ήταν Θεός, κατέβηκε στη γη από πολλή αγάπη και κλείσθηκε εννιά μήνες στην κοιλιά της Παναγίας.
Ύστερα, τριάντα χρόνια έζησε αθόρυβα. Από δεκαπέντε μέχρι τριάντα χρόνων δούλευε μαραγκός στους Εβραίους.
Και τι εργαλεία είχαν τότε; Ξύλινα πριόνια χρησιμοποιούσαν, με κάτι καβίλιες ξύλινες.
Του έδιναν και κάτι σανίδια… και Του έλεγαν: «Φτιάξε αυτό, φτιάξε εκείνο…». Και πώς να τα πλανίσει; Πλανίζονταν μ’ εκείνα τα γύφτικα σίδερα, που χρησιμοποιούσαν τότε για πλάνες; Ξέρεις τι ζόρικα είναι; Άντε ύστερα, τρία χρόνια ταλαιπωρία! Ξυπόλυτος να πηγαίνει από εδώ – από εκεί, για να κηρύττει!
Θεράπευε αρρώστους, με λάσπη άνοιγε τα μάτια των τυφλών και αυτοί ζητούσαν πάλι σημεία. Έβγαζε τα δαιμόνια από τους δαιμονισμένους, αλλά δυστυχώς οι αχάριστοι άνθρωποι Του έλεγαν πως είχε δαιμόνιο! Και ενώ τόσοι είχαν μιλήσει και προφητεύσει γι’ Αυτόν, τόσα θαύματα έκανε, και τελικά ονειδισμούς, σταύρωμα.
Γι’ αυτό οι αδικημένοι είναι τα πιο αγαπημένα παιδιά του Θεού. Γιατί ως αδικημένοι έχουν στην καρδιά τους τον αδικημένο Χριστό και αγάλλονται στην εξορία και στη φυλακή σαν να βρίσκονται στον Παράδεισο, διότι, όπου Χριστός εκεί Παράδεισος.
– Μπορεί, Γέροντα, να βρεθεί κανείς με φορτίο μεγαλύτερο από αυτό που μπορεί να σηκώσει;
– Ο Θεός δεν επιτρέπει φορτίο πάνω από τις δυνάμεις μας. Οι αδιάκριτοι άνθρωποι φορτώνουν βαρύ φορτίο στους άλλους. Πολλές φορές ο Καλός Θεός αφήνει τους καλούς ανθρώπους στα χέρια των κακών, για να μαζέψουν μισθό ουράνιο.
– Το παράπονο, Γέροντα, έχει σχέση με την αχαριστία;
– Ναι. Μπορεί μάλιστα κάποιος, ενώ τον φροντίζουν για το καλό του, να μην το καταλαβαίνει, να νιώθει αδικημένος και να παραπονείται. Αν δεν παρακολουθεί τον εαυτό του, μπορεί, όταν κάνει ένα σφάλμα και του λένε να προσέχει, να νομίζει ότι τον αδικούν και να φθάνει στην αναίδεια.
Μια αδελφή λ.χ. βάζει περισσότερο φάρμακο και καίει με το ράντισμα τα φύλλα από τις ελιές. Της κάνουν παρατήρηση και, αντί να συναισθανθεί το λάθος της και να πη «ευλόγησον», νιώθει αδικημένη και κλαίει.
«Με αδικούν, λέει. Αν έπεφτε ακρίδα και χαλούσε τα δένδρα, δεν θα μιλούσαν, ενώ τώρα που τα χάλασα εγώ, φωνάζουν. Χριστέ μου, μόνον Εσύ με καταλαβαίνεις», και δώσ’ του δάκρυα! Μπορεί να νιώθει και χαρά, γιατί σκέφτεται ότι θα έχει μισθό από την αδικία που δέχτηκε και να ευγνωμονεί τον Χριστό! Αυτό είναι μια λανθασμένη κατάσταση, είναι μεγάλη πλάνη.
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, Πνευματικός Αγώνας