Ψάξαμε τα βουλγαρικά social media και μιλήσαμε με μεγάλους fans του Βασίλη Καρρά από τη γειτονική χώρα.
Γράφει ο Νίκος Σταματίνης
Σε έναν από τους χιλιάδες ψηφιακούς χώρους όπου Βαλκάνιοι πλακώνονται αναμεταξύ τους, συγκεκριμένα σε ένα thread του Reddit, ένας Έλληνας (υποθέτω) χρήστης ρωτούσε με κουτσά αγγλικά γιατί οι Βούλγαροι αντιπαθούν τόσο πολύ τους Έλληνες. Ένας Βούλγαρος χρήστης, ανάμεσα σε διάφορους συμπατριώτες του που διαφωνούσαν με την ερώτηση, απάντησε με πραγματικά αποστομωτικό τρόπο: «Δεν αντιπαθούμε καθόλου τους Έλληνες, ο Καρράς είναι Έλληνας».
Ο θάνατός του, την Παραμονή των Χριστουγέννων, γέμισε με θλίψη όλη την Ελλάδα. Η είδηση όμως ταξίδεψε και εκτός των ελληνικών συνόρων, σε social media και σε ειδησεογραφικά δίκτυα. Ο ίδιος, εξάλλου, ήταν ιδιαίτερα αγαπητός σε πολλές χώρες των Βαλκανίων και κυρίως στη Βουλγαρία την οποία κατά καιρούς επισκεπτόταν και στην οποία λατρευόταν ως θεός.
«Ήσουν ο άνθρωπος που με ενέπνευσε να κάνω τα πρώτα μου βήματα στη μουσική, αυτός που κοίταξα, αυτός από τον οποίο έμαθα τόσα πολλά. Ήσουν τα πάντα για μένα στη μουσική! Θα μείνεις για πάντα στην καρδιά μου και θα είσαι πάντα μέρος της μουσικής μου!», πόσταρε λίγη ώρα μετά την είδηση του θανάτου ένας από τους μεγαλύτερους σταρ της χώρας, ο Toni Storaro. Τη λεζάντα συνόδευε μία φωτογραφία των δύο τους.
Η συναυλία που έσπασε όλα τα ρεκόρ
Ήταν 10 του Μάη του 2017 και γύρω από το Arena Armeec στη Σόφια της Βουλγαρίας επικρατούσε το αδιαχώρητο για μία από τις μεγαλύτερες σε όγκο συναυλίες που έγιναν ποτέ στο συγκεκριμένο στάδιο. Ήταν η συναυλία του Βασίλη Καρρά, μία από εκείνες στις οποίες γιόρταζε τα 40 χρόνια δισκογραφίας του.
Τα περισσότερα από 17.000 εισιτήρια που κόπηκαν για τη συγκεκριμένη συναυλία πάντως δεν αρκούσαν, καθώς υπήρξαν άλλα 6000 άτομα που ήθελαν με κάθε τρόπο να τον δουν και δεν βρήκαν εισιτήριο, γιατί πολύ απλά δεν χωρούσαν άλλοι άνθρωποι μέσα, Αυτό δεν τους πτόησε: Παρέμειναν στον χώρο και τον άκουσαν μέσα από video wall. Ο όγκος του κόσμου ήταν τόσο μεγάλος που οι διοργανωτές έκαναν αίτηση για να μπει η συγκεκριμένη συναυλία στο βιβλίο guiness ως η μεγαλύτερη συναυλία που έγινε ποτέ με μπουζούκι.
Προφανώς πολλοί από όσους παρευρέθηκαν εκεί μπορεί να ήταν Έλληνες που είτε ταξίδεψαν εκεί από τη Βόρεια Ελλάδα είτε είναι μέλη της αρκετά μεγάλης φοιτητικής κοινότητας Ελλήνων που υπάρχουν στη χώρα. Οι συντριπτικά περισσότεροι όμως ήταν Βούλγαροι. Αυτή ήταν μόνο μία, ίσως η κορυφαία, ένδειξη της μεγάλης αγάπης που υπάρχει στη γειτονική χώρα προς τον πρόσωπο του Βασίλη Καρρά.
Ο ίδιος εξάλλου ήταν γνώστης της λατρείας που είχε μεγάλο μέρος του βουλγαρικού κοινού στο πρόσωπό του. «Ευχαριστώ τους Βούλγαρους που με στήριξαν και με αγάπησαν. Αυτό είναι το καλύτερο κοινό», έλεγε σε μία συνέντευξη που έδωσε σε μέσο της χώρας το οποίο τον χαρακτήριζε έναν από τους μεγαλύτερους σταρ των Βαλκανίων.
«Τον εκτιμάμε για τη φωνή και τα τραγούδια του αλλά και για έναν ακόμη λόγο. Γιατί, παρότι αγαπήθηκε πολύ από τις γυναίκες και είχε πολλές θαυμάστριες, ο ίδιος έμενε πιστός στη γυναίκα του», κλείνει σε ένα κείμενο μία δημοσιογράφος από τη Βουλγαρία η οποία προχώρησε σε μία σύνοψη της καριέρας και της ζωής του τραγουδιστή.
«Έμαθα ελληνικά λόγω του Καρρά»
Ήδη από την ημέρα της ανακοίνωσης του θανάτου του πολλοί χρήστες έσπευσαν να τιμήσουν τον εκλιπόντα σε κάποιο από τα αρκετά group και σελίδες στο Facebook τα οποία είναι αφιερωμένα σε εκείνον και αποτελούν ουσιαστικά δίγλωσσες κοινότητες όπου ανταλλάσσονται μηνύματα σε ελληνικά και βουλγαρικά, σίγουρα εκτός του αυστηρού πλαισίου των μονόγλωσσων group που μπορεί να έχεις συνηθίσει.
Μία από τους ανθρώπους αυτούς είναι και Ρόζα Πένκοβα που ζει στο Σλίβεν, μία πόλη περίπου 80.000 κατοίκων στο κέντρο της Βουλγαρίας. Η Ρόζα είναι μία εκ των διαχειριστών μία σελίδας που είναι αφιερωμένη στον Βασίλη Καρρά και αριθμεί περισσότερα από 1000 μέλη.
Ο διάλογος που είχαμε μαζί της ξεκίνησε στα αγγλικά χωρίς καμία επιτυχία, συνεχίστηκε στα βουλγαρικά (μέσω google translate) και κατέληξε να γίνεται και αυτός σε έναν συνδυασμό ελληνικών και βουλγαρικών. «Ξέρω κάποια ελληνικά, όχι πολύ καλά, και να σου πω την αλήθεια έκατσα και τα έμαθα λόγω του Καρρά», μου λέει όταν της εξήγησα για ποιον λόγο την ήθελα.
«Στη Βουλγαρία ο Καρράς είναι πάρα πολύ αγαπητός, τα τραγούδια του είναι πολύ γνωστά και ειδικά στην πόλη μου τον ακούει πολύς κόσμος» μου λέει. Όταν τη ρωτάω για άλλους Έλληνες καλλιτέχνες που γνωρίζει και ακούει μου αναφέρει τον Παντελή Παντελίδη και τον Νότη Σφακιανάκη. «Εδώ μας αρέσει πάρα πολύ η ελληνική μουσική». Τελικά, την ρωτάω ποιο είναι το αγαπημένο της τραγούδι του Καρρά «ένα από τα πολλά αγαπημένα μου είναι το “Δεν πάω πουθενά”».
Από την άλλη, ο Ίλια Ατανάσοφ, είναι νέος πατέρας κοντά στα 35 o οποίος μου τονίζει ότι «εγώ μπορεί να μην είμαι ιδιαίτερος γνώστης της δισκογραφίας και της καλλιτεχνικής του υπόστασης αλλά ομολογουμένως τόσο ο ίδιος όσο και τα τραγούδια του είναι πολύ αγαπητά σε όλη τη Βουλγαρία».
«Ο Καρράς αγαπιέται πολύ στη Βουλγαρία και ειδικά το “Φαινόμενο” είναι μεγάλο hit στη χώρα μας» μου λέει ένας άλλος ενώ η Ivanka Popova σχολιάζει στα ελληνικά «κλαίει η ψυχή μου, τα τραγούδια του με έσωσαν ψυχολογικά όταν δούλευα στην Ελλάδα, ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει». Το αγαπημένο κομμάτι και των δύο είναι το “Φαινόμενο”.
Μουσικές παραδόσεις που μοιάζουν πολύ
Αυτή η αγάπη δεν είναι παράλογη αν σκεφτεί κανείς ότι τόσο στη Βουλγαρία όσο και ευρύτερα στα Βαλκάνια η pop μουσική μοιάζει πολύ, ενώ οι δίαυλοι επικοινωνίας είναι ανοιχτοί ανάμεσα στους ανθρώπους που εργάζονται στη μουσική βιομηχανία. Η αλήθεια είναι ότι αν δοκιμάσεις να ακούσεις ένα ποπ βουλγαρικό ραδιόφωνο, δεν θα βρεις και τρομερές διαφορές με τα ελληνικά mainstream αντίστοιχά του. Ίσως πέσεις μάλιστα και σε έναν σταθμό, το Pianica, που παίζει αποκλειστικά ελληνικά.
Συχνά-πυκνά μπορείς να βρεις ελληνικές βραδιές είτε σε ταβέρνες που απευθύνονται σε μεγαλύτερες ηλικίες είτε σε μπαρ στα πιο χιπ μέρη της Σόφιας. Υπάρχουν μάλιστα πολλές ελληνικές επιτυχίες που έχουν μεταφραστεί στα βουλγαρικά, όπως και το αντίστροφο. Αν θέλετε ένα καλό παράδειγμα, σκεφτείτε ένα από τα μεγαλύτερα hit της προηγούμενης δεκαετίας, το “Φωτιά με φωτιά” που ουσιαστικά είναι διασκευή μίας επιτυχίας του Βούλγαρου mega star, Aziz.
Το δημοφιλέστερο είδος μουσικής στη χώρα είναι η μουσική chalga η οποία είναι ένας συνδυασμός pop και πιο δυτικότροπων ήχων με τη folk και πιο παραδοσιακή μουσική της Βουλγαρίας. Το συγκεκριμένο είδος άνθισε στη χώρα κατά τη δεκαετία του 1990, περίπου όταν στην Ελλάδα είχαμε τις μεγάλες επιτυχίες από καλλιτέχνες που ακολουθούσαν μία παρεμφερή οδό με πάμπολλους συνδυασμούς λαϊκών και ποπ μοτίβων.
Όλα αυτά λειτουργούν προφανώς σε ένα πολύ πιο σύνθετο πλαίσιο συνύπαρξης των λαών των Βαλκανίων που μοιράζονται μεταξύ τους πολύ περισσότερες ομοιότητες από όσες μπορεί να καταλαβαίνουμε. Ο Βασίλης Καρράς και η μουσική που υπηρέτησε αφιερώθηκε, όπως ο ίδιος έλεγε κάπου σε βουλγαρικό μέσο, «στην αγάπη» και στον τρόπο που τη βιώνουμε.
H αγάπη αυτή, όπως και η μουσική, όπως λένε τα δισεκατομμύρια κλισέ που έχουμε ακούσει, περνάει τα σύνορα. Πράγματι το κάνει. Ο θρήνος των λαϊκών ανθρώπων Ελλάδας και Βουλγαρίας για την απώλεια αυτού που τραγούδησε για την καψούρα τους είναι απλώς ένα πολύ καλό παράδειγμα.